Ξεκινούν οι επενδύσεις από το ΤΕΚΑ, περνώντας έτσι το Ταμείο Επικουρικής Κεφαλαιοποιητικής Ασφάλισης στη β’ φάση της λειτουργίας του, που σχετίζεται με την αξιοποίηση του κεφαλαίου που συσσωρεύει στα αποθεματικά του.
Συνολικά, μετά από 19 συμπληρωμένους μήνες λειτουργίας, το Ταμείο διαθέτει περισσότερα από 50,15 εκατ. ευρώ, με βάση τα τελευταία διαθέσιμα στοιχεία (έως 5 Ιουλίου), που έχουν προκύψει από τις μηνιαίες καταβολές ασφαλιστικών εισφορών από τους 215.000 ασφαλισμένους του, που προέρχονται από τους 95.000 εργοδότες. Το κεφάλαιο αυτό βρίσκεται στην Τράπεζα της Ελλάδος (ΤτΕ) και το επόμενο βήμα είναι να μεταφερθεί απευθείας στο ΤΕΚΑ, προς αξιοποίηση. Έτσι εντός του φθινοπώρου προγραμματίζεται από τη διοίκηση του Ταμείου να τεθεί λειτουργία η απαραίτητη προς τούτο, Επενδυτική Επιτροπή. Ταυτόχρονα, προωθείται η διαδικασία στελέχωσης τν κατάλληλων υπηρεσιών και τμημάτων, αφού ήδη έχει οριστεί το Διοικητικό Συμβούλιο αλλά και ο πρώτος Διευθύνων Σύμβουλος (Κίμων Βολίκας), με μεγάλη εμπειρία στο συγκεκριμένο αντικείμενο.
Αφού καθοριστεί η Επενδυτική Επιτροπή, θα πρέπει οριστεί πώς θα πραγματοποιηθεί η στρατηγική κατανομή των επενδύσεων, κάτι που αναμένεται να έχει ολοκληρωθεί έως το τέλος του έτους. Τα κεφάλαια του ΤΕΚΑ, εκ της σύστασης του Ταμείου, θα πρέπει να επενδύονται ανά ασφαλισμένο, με βάση συγκεκριμένα επενδυτικά προγράμματα που θα εκπονούνται και τα οποία θα είναι τριών βαθμίδων: Υψηλού, μεσαίου και χαμηλού ρίσκου.
Έως τώρα, υπάρχει η συνεργασία με την Εταιρία Διαχείρισης Επενδυτικών Κεφαλαίων (ΕΔΕΚΤ) του ΕΦΚΑ, που καλύπτει το όποιο κενό στη λειτουργία του ΤΕΚΑ. Πρόκειται όμως για μια σχέση με ημερομηνία λήξης, αφού το Ταμείο, μόλις προχωρήσει και η στελέχωση με το απαραίτητο προσωπικό, ακόμα και με αποσπάσεις από άλλες θέσεις του Φορέα ή της Γενικής Γραμματείας Κοινωνικής Ασφάλισης (ΓΓΚΑ), θα πρέπει να αναλάβει αυτόνομα τη διαχείριση των κεφαλαίων που διαθέτει.
Η συνέχιση της καταβολής των εισφορών προς το Ταμείο, με ταυτόχρονη αύξηση των ασφαλισμένων που θα εγγράφονται σε αυτό, αποτελεί μια ταυτόχρονη διαδικασία, στην οποία δίνεται ιδιαίτερη σημασία από τη Διοίκηση. Εκτιμάται ότι έως το τέλος του έτους θα επιτευχθεί ο στόχος για 300.000 ασφαλισμένους, αριθμός που ασφαλώς και θα θεωρηθεί ικανοποιητικός με δεδομένο ότι η «ζωή» του ΤΕΚΑ θα είναι μόλις δύο έτη. Οι νεοεισερχόμενοι στην αγορά εργασίας, που μπαίνουν υποχρεωτικά στο Ταμείο, ειδικά κατά τους θερινούς μήνες, με την εποχική απασχόληση, αλλά και όσοι προαιρετικά το επιλέγουν, ηλικίας έως 35 ετών, ώστε στη λήξη του εργασιακού τους βίου, να έχουν ελπίδα για μια αξιοπρεπή επικουρική σύνταξη, αυξάνουν μήνα με το μήνα και τα έσοδα.
Όμως, ο ρόλος του ΤΕΚΑ, ως επενδυτικού βραχίονα, έχει ξεχωριστή σημασία και για την ευρύτερη στήριξη της πραγματικής οικονομίας. Η καλύτερη αξιοποίηση των επενδύσεων που θα γίνουν, ισοδυναμεί με επιτυχημένη χρηματοδότηση της ελληνικής οικονομίας, στοιχείο που το επιδιώκει η Διοίκηση. Οι επενδύσεις που θα επιλεχθούν προσεχτικά, θα μπορούν να αφορούν τυχόν υποδομές στο ενεργειακό πεδίο, στις κατασκευές, ακόμα και σε έργα παραχωρήσεων, ενώ ειδική κατηγορία αναμένεται να αποτελέσουν οι συμπράξεις ανάμεσα στο δημόσιο και στον ιδιωτικό τομέα (ΣΔΙΤ).
Από την στιγμή που θα τεθεί σε ισχύ η όποια Επενδυτική Επιτροπή, οι ασφαλισμένοι θα λαμβάνουν κάποιο προκαθορισμένο επενδυτικό προϊόν, με την όποια ετήσια απόδοσή του. Το προϊόν αυτό θα υπόκειται σε διαφοροποίηση, μόνο σε σχέση με την ηλικία του ασφαλισμένου. Αυτό σημαίνει ότι όσο πιο νέος είναι ο ασφαλισμένος, τόσο θα αυξάνεται το ρίσκο για το συγκεκριμένο προϊόν. Αντίστοιχα, όσο θα μεγαλώνει ηλικιακά ο ασφαλισμένος και θα πλησιάζει προς τη συνταξιοδότηση, τόσο το ρίσκο του εν λόγω προϊόντος, θα μειώνεται.
Ο ασφαλισμένος δεν θα χρειάζεται να ασχολείται περισσότερο με την επένδυση των κεφαλαίων του, όπως αυτά θα απορρέουν από τον ατομικό του «κουμπαρά», εάν δεν το επιθυμεί. Ουσιαστικές, οι μηνιαίες ασφαλιστικές εισφορές του, θα αξιοποιούνται συνολικά μέσω του συνταξιοδοτικού προϊόντος που θα προκύψει και το όποιο επενδυτικό ρίσκο θα τροποποιείται αυτόματα, ανάλογα με την ηλικία του δικαιούχου. Έτσι, εκτιμάται ότι το εν λόγω συνταξιοδοτικό πρόγραμμα θα μπορεί να λειτουργήσει με τρόπο αποδοτικό και απορροφώντας σε χρονικό εύρος, ένα μεγάλο μέρος από το εύλογο ρίσκο που υπάρχει.