Με βάση το νέο κατώτατο μισθό στον ιδιωτικό τομέα, θα υπολογιστεί φέτος το δώρο Πάσχα που πρέπει να καταβληθεί στα 2,4 εκατ. των εργαζόμενων, το αργότερο μέχρι την Μεγ. Τετάρτη, 12 Απριλίου.
Το γεγονός ότι οι βασικές αποδοχές αυξήθηκαν από την 1η Απριλίου, με συνέπεια το νόμιμο ημερομίσθιο για πλήρη απασχόληση για τους υπαλλήλους στα 780 ευρώ μικτά (667 ευρώ καθαρά) και για τους εργατοτεχνίτες στα 34,84 ευρώ, θα έχει ανάλογη θετική επίδραση και στο δώρο Πάσχα. Απαραίτητη προϋπόθεση, όπως τονίζει το Κέντρο Πληροφόρησης Εργαζομένων και Ανέργων (ΚΑΝΕΠ) της ΓΣΕΕ, είναι η εργασιακή σχέση να μην έχει λυθεί έως την 1η Απριλίου.
Σε κάθε περίπτωση, οι εργαζόμενοι πρέπει να γνωρίζουν ότι το δώρο Πάσχα υπολογίζεται βάσει των πράγματι καταβαλλόμενων τακτικών αποδοχών την 15η ημέρα πριν από το Πάσχα, εφόσον αυτές είναι ίσες ή ανώτερες των νόμιμων. Ως τακτικές αποδοχές θεωρούνται ο μισθός ή το ημερομίσθιο, καθώς και κάθε άλλη παροχή (είτε σε χρήμα είτε σε είδος) που καταβάλλεται από τον εργοδότη ως συμβατικό ή νόμιμο αντάλλαγμα της παρεχόμενης εργασίας τακτικά κάθε μήνα ή επαναλαμβάνεται περιοδικά κατά ορισμένα διαστήματα του χρόνου.
Τακτικές αποδοχές αποτελούν, μεταξύ άλλων, η αμοιβή για τακτική νόμιμη υπερωριακή εργασία, υπερεργασία, εργασία την Κυριακή, σε αργίες, σε νυχτερινές ώρες, τα πριμ παραγωγικότητας και το επίδομα κατοικίας, όταν χορηγούνται κατ’ επανάληψη σε τακτά χρονικά διαστήματα. Στις τακτικές αποδοχές συνυπολογίζεται και το επίδομα αδείας. Συνεπώς ο μισθωτός θα λάβει το δώρο Πάσχα προσαυξημένο με τον συντελεστή αδείας, ο οποίος ανέρχεται σε 0,04166.
Το δώρο Πάσχα υπόκειται σε εισφορές υπέρ ΕΦΚΑ και Φόρου Μισθωτών Υπηρεσιών.
Παράδειγμα:
Εργαζόμενος με δώρο Πάσχα 900 ευρώ, με την προσαύξηση του συντελεστή αδείας θα πρέπει να πάρει 938 ευρώ.
Σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία, όλοι οι μισθωτοί που απασχολούνται στον ιδιωτικό τομέα με σχέση εξαρτημένης εργασίας αορίστου ή ορισμένου χρόνου, πλήρους ή μερικής απασχόλησης σε οποιοδήποτε εργοδότη δικαιούνται Δώρο Πάσχα.
Η χρονική περίοδος που υπολογίζεται το Δώρο Πάσχα αρχίζει από την 1η Ιανουαρίου μέχρι και την 30η Απριλίου κάθε έτους. Έτσι, οι εργαζόμενοι που η σχέση εργασίας τους με τον εργοδότη είχε διάρκεια χωρίς διακοπή όλη τη χρονική περίοδο αυτή (1/1-30/4), δικαιούνται ολόκληρο το Δώρο που είναι ίσο με μισό μηνιαίο μισθό για τους αμειβόμενους με μισθό και με 15 ημερομίσθια για τους αμειβόμενους με ημερομίσθιο.
Σε περίπτωση όμως που η σχέση εργασίας κάποιου μισθωτού με τον εργοδότη του δεν είχε διάρκεια ολόκληρο το προαναφερόμενο χρονικό διάστημα, δικαιούται να λάβει αναλογία δώρου, η οποία υπολογίζεται ως εξής: προκειμένου για αμειβόμενο με μισθό, ποσό ίσο με 1/15 του μισού μηνιαίου μισθού ή ένα ημερομίσθιο, ενώ για τους αμειβόμενους με ημερομίσθιο για κάθε οκτώ ημερολογιακές ημέρες διάρκειας της εργασιακής σχέσης. Εάν η σχέση εργασίας διαρκέσει λιγότερο από οκτώ ημέρες, δικαιούται ανάλογο κλάσμα για δώρο Πάσχα.
Εκτός από την περίπτωση που η εργασία παρασχέθηκε χωρίς διακοπή όλο το διάστημα από την 1η Ιανουαρίου έως την 30η Απριλίου, στο διάστημα αυτό συνυπολογίζονται και όλες οι ημέρες που οι εργαζόμενοι-ες απουσιάζουν νόμιμα από την εργασία τους (π.χ. με ετήσια άδεια, με άδεια μητρότητας, με σπουδαστική άδεια). Ειδικά ως προς την απουσία των εργαζομένων λόγω ασθένειας, στο διάστημα υπολογισμού του δώρου Πάσχα συνυπολογίζονται τα «τριήμερα ασθενείας», δηλαδή ο χρόνος απουσίας κατά τον οποίο δεν καταβάλλεται επίδομα ασθενείας, ενώ αφαιρούνται τα διαστήματα που καταβάλλεται από τον ασφαλιστικό φορέα επίδομα ασθενείας.
Παράδειγμα:
Αν ένας μισθωτός απουσίασε από την εργασία του λόγω ασθένειας 60 μέρες και πήρε επίδομα ασθενείας από το ασφαλιστικό του ταμείο για 40 ημέρες, θα αφαιρεθούν από το χρονικό διάστημα της εργασιακής σχέσης μόνο οι 40 ημέρες για τις οποίες επιδοτήθηκε και όχι οι 60.