Το νέο «πεδίο αντιπαράθεσης» ανάμεσα στην Κυβέρνηση και στην κοινωνία, αφορά το Ασφαλιστικό Σύστημα: Πρόκειται για την μεταρρύθμιση στην επικουρική ασφάλιση που εισάγεται προς έγκριση στο επόμενο Υπουργικό Συμβούλιο, το οποίο αναμένεται να συνεδριάσει, εκτός απροόπτου, την Τετάρτη. Η δημιουργία ενός πλήρους κεφαλαιοποιητικού συστήματος, μέσω ενός «ατομικού κουμπαρά», για τους νέους ασφαλισμένους, θα είναι η βασική μεταρρύθμιση που προωθείται. Στόχος είναι ο νέος νόμος να τεθεί σε διαβούλευση έως το τέλος του τρέχοντος μήνα, ώστε να έχει ψηφιστεί εντός Ιουλίου. Η εφαρμογή του νέου συστήματος επικουρικής ασφάλισης θα γίνει από την 1η Ιανουαρίου 2022 και μετά και θα αφορά υποχρεωτικά όλους τους νεοεισερχόμενους στην αγορά εργασίας. Επίσης, προαιρετικά, θα αφορά και όλους όσοι είναι έως 35 ετών και έχουν ήδη ξεκινήσει τον εργασιακό τους βίο.
Οι ασφαλιστικές εισφορές θα παραμείνουν αμετάβλητες στο 6% για εργαζόμενους και εργοδότες. Θα παρέχεται μέσω της δημιουργίας ενός νέου Δημόσιου Ταμείου, η δυνατότητα της επένδυσης της εισφοράς του ασφαλισμένου – εργαζόμενου. Οι επενδύσεις θα επιμερίζεται σε χαμηλού, μεσαίου ή υψηλού ρίσκου. Το νέο Δημόσιο Ταμείο θα επενδύει τα κεφάλαια που θα συγκεντρώνει από τις εισφορές των χιλιάδων ασφαλισμένων, σε διάφορα επενδυτικά προϊόντα (πχ ομόλογα, μετοχές). Οι ασφαλισμένοι θα επιλέγουν το είδος της επένδυσης που επιθυμούν, αφού πρώτα συμβουλευτούν εξειδικευμένους συμβούλους από το Ταμείο. Στη συνέχεια θα μπορούν να παρακολουθούν την επένδυσή τους, αλλά και την απόδοσή της. Θα έχουν το δικαίωμα ανά τριετία να προσαρμόζουν την επιλογή τους, ανάλογα με την πορεία της επένδυσης, αλλά και του εισοδήματός τους. Στο τέλος του εργασιακού τους βίου, θα καρπώνονται το όποιο όφελος από την επένδυσή τους, ως επικουρική σύνταξη. Εάν ο εργαζόμενος δεν καταφέρει να πληροί τις προϋποθέσεις συνταξιοδότησης, τότε θα λαμβάνει πίσω το κεφάλαιο που θα έχει επενδύσει.
Το υπουργείο Εργασίας δεσμεύεται ότι η συγκεκριμένη μεταρρύθμιση δεν πραγματοποιείται σε βάρος των σημερινών συνταξιούχων και των επικουρικών συντάξεων που λαμβάνουν, οι οποίες θα είναι πλήρως διασφαλισμένες από τον κρατικό προϋπολογισμό. Το ζήτημα του όποιου χρηματοδοτικού κενού προκύψει (εκτιμάται ότι μπορεί να υπερβαίνει τα 50 δισ. ευρώ), αναμένεται να αποτελέσει το βασικό σημείο «τριβής» με την αντιπολίτευση.