Με ένα μήνα καθυστέρηση, στα τέλη Οκτωβρίου στοχεύει ο ΕΦΚΑ να καταβάλλει αναδρομικά και αυξήσεις σε 150.000 «παλαιούς» συνταξιούχους. Τότε εκτιμά η διοίκηση του Φορέα ότι θα είναι εφικτό να έχει ολοκληρωθεί σε μεγάλο βαθμό, η διαδικασία επανυπολογισμού των συντάξεων για όσους είχαν υποβάλλει αίτηση συνταξιοδότησης πριν από την 16η Μαΐου 2016. Όσοι εξ αυτών έχουν πάνω από 30 έτη ασφάλισης (περίπου 150.000 ή το 8% του συνόλου), θα διαπιστώσουν ότι, με βάση τα βελτιωμένα ποσοστά αναπλήρωσης, που θεσπίστηκαν τον Οκτώβριο του 2019, έχουν λαμβάνειν αυξήσεις, αλλά και αναδρομικά διετίας. Οι αυξήσεις κατά μέσο όρο, θα κυμανθούν στα επίπεδα των 30-40 ευρώ το μήνα.
Στην ίδια πληρωμή, στα τέλη του επόμενου μήνα, ο ΕΦΚΑ θα προσπαθήσει να εντάξει και άλλες 29.032 περιπτώσεις «νέων» συνταξιούχων (αίτηση συνταξιοδότησης μετά την 13η Μαΐου 2016), που εκκρεμούν. Πρόκειται για «δύσκολες» περιπτώσεις (πχ διαδοχική ή παράλληλη ασφάλιση), που δεν έλαβαν αναδρομικά και αυξήσεις με τις καταβολές του περασμένου Ιουνίου και τώρα μετά τον επανέλεγχο που βρίσκεται σε εξέλιξη, θα τους χορηγηθούν τα ποσά που δικαιούνται. Στον ΕΦΚΑ εξετάζουν το ενδεχόμενο, ανάλογα με την πορεία ολοκλήρωσης του επανελέγχου αυτών των «δύσκολων» περιπτώσεων, να γίνουν και εμβόλιμες πληρωμές, σταδιακά. Μάλιστα, ειδικά για 2.600 περιπτώσεις θανόντων συνταξιούχων πρόκειται μέσα στις επόμενες ημέρες να ανοίξει ειδική πλατφόρμα για την υποβολή αιτήσεων από τους κληρονόμους τους.
Η διοίκηση του Φορέα, γνωρίζει ότι υπάρχουν άλλες 100.000 περιπτώσεις «παλαιών» συνταξιούχων, για τους οποίους επίσης δεν έχει ολοκληρωθεί ο επανυπολογισμός. Πρόκειται για εξίσου «δύσκολες» περιπτώσεις, οι περισσότερες από αυτές έχουν λάθη ήδη από τον πρώτο επανυπολογισμό που έγινε το 2019 για να βρεθεί η λεγόμενη «προσωπική διαφορά». Η εκτίμηση που γίνεται από αρμόδιους υπηρεσιακούς παράγοντες, είναι ότι γι’ αυτές τις πολύ «ειδικές» περιπτώσεις θα ολοκληρωθεί ο επανυπολογισμός έως το τέλος του τρέχοντος έτους. Από αυτούς, υπολογίζεται ότι ένα ποσοστό 20%, δηλαδή 20.000 συνταξιούχοι, θα προκύψει ότι δικαιούνται αναδρομικά και αυξήσεις, που θα δοθούν με το νέο έτος, σε μεταγενέστερο χρόνο.
H διαδικασία
Οι υπηρεσίες του ΕΦΚΑ έχουν ξεκινήσει ήδη από τα τέλη Ιουνίου την σταδιακή καταβολή των αναδρομικών και των αυξήσεων στους συνταξιούχους που έχουν πάνω από 30 έτη ασφάλισης εφαρμόζοντας τον νόμο 4670/2020 που προβλέπει βελτιωμένα ποσοστά αναπλήρωσης.
Η διαδικασία του επανυπολογισμού των συντάξεων είναι μια εξαιρετικά σύνθετη και ως εκ τούτου χρονοβόρα διαδικασία. Είναι ενδεικτικό πως στην Ελλάδα υπάρχουν πάνω από 1.000 διαφορετικοί τρόποι ασφάλισης των μισθωτών, με αποτέλεσμα αυτό να αντανακλάται τόσο στην διαδικασία έκδοσης των συντάξεων όσο και στον υπολογισμό των αναδρομικών και των αυξήσεων.
Οι υπηρεσίες του ΕΦΚΑ έχουν ήδη προχωρήσει σε πληρωμές χιλιάδων συνταξιούχων.
Συγκεκριμένα:
-Τον Ιούνιο και τον Ιούλιο, 65.000 νέοι (μετά τον Μάιο του 2016) συνταξιούχοι του δημοσίου και του ιδιωτικού τομέα είδαν μόνιμες αυξήσεις στις συντάξεις τους κατά μέσο όρο 5,1% καθώς και αναδρομικά κατά μέσο όρο 1.000 και 860 ευρώ αντίστοιχα. Το συνολικό ποσό που καταβλήθηκε ήταν 58 εκατ. ευρώ.
Ο έλεγχος στους «παλαιούς» συνταξιούχους
Για τους παλαιούς συνταξιούχους (που υπέβαλαν αίτημα συνταξιοδότησης πριν τον Μάιο του 2016), οι τεχνικοί έλεγχοι από τις υπηρεσίες του ΕΦΚΑ και την ανάδοχο εταιρία δείχνουν πως το τελικό πλήθος των δικαιούχων είναι κατά πολύ μικρότερο από αυτό που έχει επικρατήσει ως εικόνα το τελευταίο διάστημα στην επικαιρότητα.
Αναλυτικά:
- Οι συνταξιούχοι πριν τον Μάιο του 2016 ανέρχονται περίπου σε 1.800.000.
- Οι 1.050.000 από αυτούς έχουν λιγότερα από 30 χρόνια ασφάλισης και επομένως δεν δικαιούνται αναδρομικά και αυξήσεις με βάση τον νόμο.
- Οι υπόλοιποι 750.000 έχουν πάνω από 30 χρόνια ασφάλισης και εντάσσονται στη διαδικασία του επανυπολογισμού. Από το πλήθος αυτό προκύπτουν τα εξής στοιχεία:
–100.000 είναι δύσκολες περιπτώσεις συντάξεων, με λάθη ή ελλιπή στοιχεία που χρίζουν περαιτέρω επεξεργασίας.
– Από τις υπόλοιπες 650.000 συνταξιούχων προκύπτει πως μόνο 130.000-150.000 δικαιούνται αναδρομικά και αυξήσεις. Οι υπόλοιποι δεν δικαιούνται λόγω της προσωπικής διαφοράς και δεν εμπίπτουν στις προϋποθέσεις του νόμου.