Φόρο 10% επιβάλει η Εφορία σε δωρεές που γίνονται μέσω τραπεζών, αλλά με μετρητά και όχι με μεταφορά χρημάτων μεταξύ των τραπεζικών λογαριασμών του δωρητή και του αποδέκτη.
Αυτό προκύπτει από αποφάσεις της Διεύθυνσης Επίλυσης Διαφορών της ΑΑΔΕ, στην οποία προσφεύγουν φορολογούμενοι που θεωρούν ότι αδικήθηκαν, αλλά χάνουν τις υποθέσεις.
Το πρόβλημα είναι σημαντικό, καθώς την τελευταία δεκαετία των μνημονίων και της ανασφάλειας των τραπεζικών καταθέσεων, αρκετοί πολίτες απέσυραν καταθέσεις από τις τράπεζες και τις διατηρούν είτε σε στρώματα είτε σε θυρίδες.
Όμως, αυτή η κατηγορία, δεν μπορεί να εκμεταλλευτεί το ευεργέτημα της αύξησης του αφορολόγητου ορίου των χρηματικών δωρεών σε 800.000 ευρώ, για πολύ συγκεκριμένους λόγους.
Χαρακτηριστική είναι η περίπτωση, ενός παππού, ο οποίος δώρισε στον εγγονό του, το ποσό των 31.000 ευρώ.
Η δωρεά έγινε τον περασμένο Δεκέμβριο, στην τράπεζα, με κατάθεση μετρητών από τον παππού, στον τραπεζικό λογαριασμό του εγγονού του.
Ο παππούς είχε την εντύπωση ότι η δωρεά ήταν αφορολόγητη, μετά και την ισχύ του νέου αυξημένου αφορολόγητου ορίου.
Ωστόσο, ήρθε η «λυπητερή» από την Εφορία, με την οποία του επιβλήθηκε φόρος ύψους 3.100 ευρώ ήτοι 10% επί του ποσού της δωρεάς.
Ο παππούς προσέφυγε στη ΔΕΔ, ζητώντας διαγραφή του φόρου των 3.100 ευρώ, αλλά η προσφυγή του απορρίφθηκε.
Γιατί φορολογήθηκε
Η ΔΕΔ, στην απορριπτική της απόφαση (851/2022) υπενθυμίζει ότι η διάταξη του νόμου προβλέπει πως, η γονική παροχή ή η δωρεά προς τα πρόσωπα που υπάγονται στην Α’ κατηγορία της παρ. 1 του άρθρου 29 του Κώδικα οποιουδήποτε περιουσιακού στοιχείου, καθώς και η γονική παροχή ή η δωρεά χρηματικών ποσών προς τα ως άνω πρόσωπα, η οποία διενεργείται με μεταφορά χρημάτων μέσω χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων, υπόκεινται σε φόρο, ο οποίος υπολογίζεται με συντελεστή δέκα τοις εκατό (10%), μετά την αφαίρεση εφάπαξ αφορολογήτου ποσού οκτακόσιων χιλιάδων (800.000)ευρώ.
Οι δωρεές και γονικές παροχές της παραγράφου αυτής δεν συνυπολογίζονται στην αιτία θανάτου κτήση περιουσίας μεταξύ των αυτών προσώπων».
Στο πλαίσιο αυτό, σημειώνει η ΔΕΔ, από τα προσκομιζόμενα στοιχεία προκύπτει ότι το χρηματικό ποσό των 31.000,00 ευρώ, δεν μεταφέρθηκε από τον τραπεζικό λογαριασμό του δωρητή, σε αυτόν του δωρεοδόχου, αλλά κατατέθηκε με μετρητά σε αυτόν.
Συνακόλουθα, δεν πληρούται η προϋπόθεση της μεταφοράς του χρηματικού ποσού μέσω χρηματοπιστωτικού ιδρύματος προκειμένου να αφαιρεθεί εφάπαξ ποσό 800.000,00 ευρώ από τη φορολογητέα αξία της δωρεάς.
Ως εκ τούτου, ορθώς η φορολογική αρχή προέβη σε φορολόγηση του ποσού της δωρεάς με συντελεστή 10% και επικυρώθηκε.