Περαιτέρω μείωση του μη μισθολογικού κόστους, με παρέμβαση στις ασφαλιστικές εισφορές προς όφελος τόσο των εργαζομένων, όσο και των εργοδοτών, προανήγγειλε η υπουργός Εργασίας, Νίκη Κεραμέως.
Σε τηλεοπτική της συνέντευξη αναφέρθηκε σε πρωτοβουλία που αφορά στη μείωση εισφορών σε υπερωρίες, υπερεργασία, νυχτερινά, αλλά και αργίες. Με τον τρόπο αυτό και συνδυαστικά με την αύξηση στον κατώτατο μισθό, εκτιμάται ότι μπορεί να επέλθει συνολική αύξηση των αποδοχών και στα υψηλότερα μισθολογικά κλιμάκια.
Ουσιαστικά, η συγκεκριμένη μείωση, θα προστεθεί στις 5,5 ποσοστιαίες μονάδες που έχουν ήδη υποχωρήσει οι ασφαλιστικές εισφορές από το 2019 έως σήμερα. Έτσι, μέσω της μείωσης του μη μισθολογικού κόστους, εκτιμάται ότι δημιουργήθηκαν πάνω από μισό εκατομμύριο νέες θέσεις εργασίας τα τελευταία πέντε χρόνια.
Η πρόθεση του υπουργείου Εργασίας είναι να μειωθούν οι ασφαλιστικές εισφορές που καταβάλλουν, εργοδότες και εργαζόμενοι, κατά την 9η ώρα εργασίας (υπερεργασία), αλλά και μετά την 10η ώρα εργασίας (υπερωρία). Ανάλογες παρεμβάσεις πρόκειται να γίνουν και στην περίπτωση των νυχτερινών, αλλά και στις αργίες, όπου προκύπτει νόμιμη απασχόληση.
Υπενθυμίζεται πως η υπερεργασία έχει 20% προσαύξηση ως προς τις ασφαλιστικές εισφορές, η οποία γίνεται 40% για κάθε ώρα που λογίζεται ως υπερωρία. Αντίστοιχα, η προσαύξηση για τη νυχτερινή απασχόληση είναι 25/% και φτάνει στο 75% όταν πρόκειται για εργασία κατά τις αργίες.
Έτσι, η παρέμβαση που αναμένεται να γίνει, θα ορίζει ότι οι εισφορές που θα καταβάλλονται για τις ανωτέρω ώρες απασχόλησης, θα περιορίζονται στο οκτάωρο του κάθε εργαζόμενου. Με τον τρόπο αυτό, εκτιμάται ότι θα υπάρξει μείωση η οποία μπορεί να ανέλθει έως και 14% ως προς τις ασφαλιστικές εισφορές, εργοδοτών και εργαζομένων.
Το συγκεκριμένο μέτρο, θα λειτουργήσει συνδυαστικά με την αύξηση του κατώτατου μισθού, που αναμένεται να εφαρμοστεί από την 1η Απριλίου του τρέχοντος έτους. Μια αύξηση που εκτιμάται ότι μπορεί να κυμαίνεται από 40 – 50 ευρώ μικτές αποδοχές. Σε ένα τέτοιο ενδεχόμενο, ο βασικός μισθός στον ιδιωτικό τομέα, θα ανέλθει από τα 830 ευρώ που είναι σήμερα, στα επίπεδα των 870 – 880 ευρώ, μεικτά. Υπολογίζεται ότι για κάθε μία ποσοστιαία μονάδα που αυξάνονται οι κατώτατες αποδοχές, προκύπτει ανάλογη αύξηση κατά μισή μονάδα και στα ανώτερα μισθολογικά κλιμάκια, σε βάθος χρόνου.
Σε κάθε περίπτωση, τα στοιχεία του συστήματος Εργάνη έδειξαν πως το 2024, το 53% των εργαζομένων στη χώρα, λάμβανε πάνω από 1.000 ευρώ μικτά. Οι διαδοχικές αυξήσεις στις κατώτατες αποδοχές όπως συντελέστηκαν κατά τα τελευταία έτη, βοήθησαν σημαντικά ως προς αυτό.
Στο υπουργείο Εργασίας θεωρούν ότι με τον τρόπο αυτό θα συνεχιστεί η αύξηση του μέσου μισθού, ο οποίος ανήλθε στα 1.342 ευρώ το 2024 (μικτές αποδοχές). Πρόκειται για μια αύξηση 7,2%, πάντα λογιστικού τύπου.
Υπενθυμίζεται ότι το 2024, το ισοζύγιο προσλήψεων – απολύσεων ήταν θετικό, με συνέπεια να προκύψουν περίπου 93.000 νέες θέσεις εργασίας, χωρίς ωστόσο να αποσαφηνίζεται ποιες εξ αυτών είναι πλήρους και ποιες είναι με ευέλικτους όρους απασχόλησης. Πάντως, τα ετήσια στοιχεία του συστήματος Εργάνη, έδειξαν ότι τρεις στους τέσσερις εργαζόμενους, έχουν συμβάσεις πλήρους απασχόλησης, στοιχείο που δείχνει ότι περιορίζεται η μερική απασχόληση στη χώρα.