Το 60% των τραπεζικών καταθέσεων κατάσχεσε η ΔΟΥ από φορολογούμενο, ο οποίος δεν μπόρεσε να δικαιολογήσει την προέλευση των χρημάτων που εντόπισε στους τραπεζικούς του λογαριασμούς η Αρχή Καταπολέμησης της Νομιμοποίησης Εσόδων από Εγκληματικές Δραστηριότητες.
Η νέα αυτή υπόθεση επιβεβαιώνει πως οι τραπεζικές καταθέσεις αποτελούν κεντρικό στόχο των ελεγκτικών αρχών, στην προσπάθειά τους να εντοπίσουν ξέπλυμα μαύρου χρήματος και φοροδιαφυγής.
Στο πλαίσιο αυτό σκανάρονται σε 24ωρη βάση οι τραπεζικοί λογαριασμοί, τα υπόλοιπα των οποίων συγκρίνονται με τα δηλωθέντα εισοδήματα των κατόχων.
Οι ηλεκτρονικές εφαρμογές οι οποίες ελέγχουν σήμερα τις καταθέσεις είναι:
Το «Ειδικό Λογισμικό Ελέγχου Προσαύξησης Περιουσίας», το οποίο χρησιμοποιείται για τον προσδιορισμό της συνολικής καθαρής ατομικής/οικογενειακής τραπεζικής περιουσίας για κάθε ΑΦΜ και τη σύγκρισή της με τα δηλωθέντα ατομικά/οικογενειακά εισοδήματα κατ’ έτος, έτσι ώστε εξάγεται εκτίμηση αποκρυβείσας ή μη φορολογητέας ύλης.
Μέσω αυτοματοποιημένων λογιστικών αλγορίθμων, το σύστημα μπορεί να συσχετίζει τα στοιχεία των πρωτογενών καταθέσεων με τα δηλωθέντα εισοδήματα μέσα σε λίγη ώρα, οδηγώντας σε κάποιες πρώτες ενδείξεις πιθανής φοροδιαφυγής, που αποτελούν το έναυσμα για τον ενδελεχή φορολογικό έλεγχο.
Το «Σύστημα Μητρώων Τραπεζικών Λογαριασμών και Λογαριασμών Πληρωμών», που παρακολουθεί τις κινήσεις των τραπεζικών λογαριασμών του ελεγχόμενου.
«Εφυγαν» πάνω από τις μισές καταθέσεις
Στην τελευταία περίπτωση, όπως προκύπτει από την απόφαση της Διεύθυνσης Επίλυσης Διαφορών της ΑΑΔΕ, στους λογαριασμούς του φορολογούμενου, βρέθηκαν το έτος 2015, καταθέσεις ύψους 308.877,81 ευρώ.
Ο φορολογικός έλεγχος διενεργήθηκε από την ΑΑΔΕ, κατόπιν των εγγράφων που απέστειλε η Αρχή Καταπολέμησης της Νομιμοποίησης Εσόδων από Εγκληματικές Δραστηριότητες, η οποία παρατήρησε αθρόες πιστώσεις στους συγκεκριμένους τραπεζικούς λογαριασμούς και ζήτησε από την ΑΑΔΕ να διασταυρώσει τα ποσά με τα δηλωθέντα εισοδήματα του υπόχρεου.
Σύμφωνα με την αναφορά της Αρχής, στους τραπεζικούς λογαριασμούς που διατηρούσε ο προσφεύγων διενεργούνταν πολυάριθμες καταθέσεις μετρητών, επιταγών και πιστώσεων από τρίτους με το συνολικό ύψος και το πλήθος αυτών να είναι ιδιαίτερα υψηλό.
Ακολούθως, τα κεφάλαια αυτά χρησιμοποιούνται για τη διενέργεια διαφόρων πληρωμών για λογαριασμό τρίτων προσώπων (εμβάσματα προς τρίτους, πληρωμές δημοσίου, λογαριασμών, πιστωτικών καρτών, κ.ά.), είτε με απευθείας χρέωση του σχετικού λογαριασμού, είτε αφού μεταφερθούν σε άλλους λογαριασμούς της επιχείρησης, ενώ μέρος αυτών μεταφέρονταν σε λογαριασμούς του προσφεύγοντα, σε άλλες τράπεζες, συνήθως με αιτιολογία «δικά μου για πληρωμές».
Η Εφορία ζήτησε από τον φορολογούμενο να εξηγήσει, γιατί οι συγκεκριμένες πιστώσεις στους τραπεζικούς του λογαριασμούς, δεν δηλώθηκαν στις φορολογικές του δηλώσεις.
Όμως δεν έπεισαν οι εξηγήσεις του και ακολούθησε ο καταλογισμός προστίμων.
Συγκεκριμένα, για τις αδήλωτες καταθέσεις των 308.877,81 ευρώ επιβλήθηκαν σε βάρος του φορολογούμενου:
- Φόρος εισοδήματος: 108.537,40 ευρώ.
- Πρόσθετος φόρος / πρόστιμο: 54.268,70 ευρώ.
- Εισφορά αλληλεγγύης: 20.770,44 ευρώ.
Το σύνολο των φόρων και των προστίμων ανήλθε σε 183.576,54 ευρώ, που ανέρχεται στο 59,4% των αδήλωτων καταθέσεων.
Ο επιχειρηματίας προσέφυγε στη διεύθυνση Επίλυσης Διαφορών, αλλά η προσφυγή του απορρίφθηκε και του βεβαιώθηκε το ποσό των 183.576,54 ευρώ.