Αυτόματος, προτείνεται να είναι από το 2027 και μετά, ο καθορισμός και η αναπροσαρμογή του νομοθετημένου κατώτατου μισθού και ημερομισθίου, με χρήση ενός μαθηματικού τύπου.
Η σχετική πρόταση, ενσωματώνεται στο πόρισμα της Επιστημονικής Επιτροπής που συστάθηκε για το θέμα και παραδόθηκε στην Υπουργό Εργασίας, Νίκη Κεραμέως. Το πόρισμα κάνει λόγο για τη δημιουργία ενός μαθηματικού τύπου που θα λαμβάνει υπόψη του τον πληθωρισμό και την παραγωγικότητα της οικονομίας, για να καθορίζει τις βασικές αποδοχές στον ιδιωτικό τομέα.
Ουσιαστικά πρόκειται για εφαρμογή του συστήματος που ισχύει στη Γαλλία κυρίως, αλλά και σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες. Ο συντελεστής που θα καθορίζει εφεξής τον κατώτατο μισθό θα προκύπτει από το άθροισμα δύο βασικών στοιχείων:
Α) Του ετήσιου ποσοστού μεταβολής του δείκτη τιμών καταναλωτή μεταξύ της 1ης Ιουλίου του προηγούμενου έτους και της 30ης Ιουνίου του τρέχοντος για το χαμηλότερο 20% της εισοδηματικής κατανομής των νοικοκυριών.
Β) Του ημίσεως του ετήσιου ποσοστού μεταβολής της αγοραστικής δύναμης του γενικού δείκτη μισθών κατά την ίδια χρονική περίοδο.
Το συγκεκριμένο πόρισμα κρίθηκε απαραίτητο, ενόψει της ενσωμάτωσης που επίκειται της Ευρωπαϊκής Οδηγίας (2022/2041) για επαρκείς κατώτατους μισθούς.
Η Οδηγία αποσκοπεί στη βελτίωση των συνθηκών διαβίωσης και εργασίας των εργαζομένων στην Ευρωπαϊκή Ένωση και θεσπίζει πλαίσιο για την επάρκεια των νόμιμων κατώτατων μισθών και την προώθηση των συλλογικών διαπραγματεύσεων.
- Αφενός, τα κράτη μέλη καλούνται να καθορίζουν σαφή κριτήρια και αντικειμενικές διαδικασίες για τον καθορισμό και την επικαιροποίηση των νόμιμων κατώτατων μισθών, ενώ δύνανται να χρησιμοποιούν μηχανισμό αυτόματης αναπροσαρμογής των κατώτατων μισθών.
- Αφετέρου, τα κράτη μέλη καλούνται να εκπονήσουν Σχέδιο Δράσης για την ενίσχυση των συλλογικών διαπραγματεύσεων.
Η αρμόδια Επιτροπή εκτιμά ότι εάν τελικά, θεσπιστεί ο συγκεκριμένος μηχανισμός που προτείνεται, τότε θα μπορεί να διατηρείται ακέραια η αγοραστική δύναμη των νοικοκυριών με χαμηλό εισόδημα. Έτσι, θα επιτρέπεται στους αμειβόμενους με κατώτατο μισθό να επωφελούνται από την αύξηση της παραγωγικότητας και των πραγματικών μισθών στην οικονομία. Η εφαρμογή του προτεινόμενου μαθηματικού τύπου μπορεί να εκκινήσει το 2027, μετά την ενσωμάτωση της σχετικής Οδηγίας στο εθνικό δίκαιο και την προετοιμασία από την ΕΛΣΤΑΤ των απαραίτητων δεικτών υπολογισμού.
Επισημαίνεται ότι ο κατώτατος μισθός που θα διαμορφώνεται μέσω αυτού του συστήματος δεν επιτρέπεται να μειωθεί, διασφαλίζοντας έτσι το γενικό επίπεδο προστασίας των εργαζομένων.
Στα πλεονεκτήματα του συγκεκριμένου συστήματος, κατά την Επιτροπή, συμπεριλαμβάνονται:
- Η προβλεψιμότητα ως προς την μελλοντική πορεία του κατώτατου μισθού, η οποία βοηθάει στη μείωση της αβεβαιότητας εργαζομένων και εργοδοτών και, κατά συνέπεια, στηρίζει αφενός τον προγραμματισμό των εργαζομένων και αφετέρου την λειτουργία των επιχειρήσεων ενώ ενθαρρύνονται οι επενδύσεις.
- Η εισαγωγή των κριτηρίων της Οδηγίας με τρόπο που προστατεύει την διαμόρφωση κατώτατου μισθού από την απόκλιση από τις δυνατότητες της πραγματικής οικονομίας, εξασφαλίζοντας έτσι την μακροχρόνια οικονομική διατηρησιμότητα.
- Η προστασία της αγοραστικής δύναμης του χαμηλότερου 20% της εισοδηματικής κατανομής των νοικοκυριών.
- Η δικαιότερη κατανομή των μισθών για ολόκληρη την ελληνική κοινωνία.
- Η συνολική ενίσχυση της αξιοπιστίας της οικονομικής πολιτικής της χώρας.
Παράλληλα, προτείνεται η δημιουργία Επιτροπής Διαβούλευσης, η οποία θα αποτελείται κυρίως από εκπροσώπους των κοινωνικών εταίρων, προκειμένου να διατυπώνει γνώμη για το ύψος του νομοθετημένου κατώτατου μισθού και την επικαιροποίησή του, αναβαθμίζοντας έτσι τον ρόλο των κοινωνικών εταίρων στη διαδικασία.
Επιπλέον, προτείνεται η κατάρτιση οδικού χάρτη («σχεδίου δράσης») για την ενίσχυση των συλλογικών διαπραγματεύσεων και την αύξηση του ποσοστού των εργαζομένων που καλύπτονται από συλλογικές διαπραγματεύσεις, με την ενεργή συμμετοχή των κοινωνικών εταίρων.