Στις 22 Αυγούστου 2022 έληξε το καθεστώς της μεταμνημονιακής εποπτείας, στο οποίο βρισκόταν η χώρα από τον Αύγουστο του 2018, όταν εξήλθε από τα μνημόνια.
Υποτίθεται ότι από τις 23 Αυγούστου η Ελλάδα είναι ελεύθερη να χαράσσει την οικονομική της πολιτική, αλλά στην ουσία αυτό δεν θα ισχύει, καθώς, ναι μεν δεν υπάρχουν οι τριμηνιαίοι έλεγχοι από τους θεσμούς ή την τρόικα, ωστόσο, λόγω του υψηλού χρέους και των τεράστιων δανείων που έχει λάβει από τον Μηχανισμό Στήριξης, η οριστική έξοδος θα καθυστερήσει… κάποιες δεκαετίες.
Αυτό προβλέπει ο εν ισχύ Κανονισμός της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ο οποίος εκδόθηκε από το 2013, και ορίζει πως, η εποπτεία θα διατηρηθεί μέχρι να αποπληρωθεί το 75% των δανείων που έχει λάβει από τους Μηχανισμούς Στήριξης.
Με βάση άλλωστε τους ισχύοντες Κανονισμούς της ΕΕ, κανένα Κράτος-Μέλος της ΕΕ και της Ευρωζώνης δεν έχει πλήρη δημοσιονομική ελευθερία, αλλά υπόκεινται σε εποπτεία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, προκειμένου να διαπιστωθεί εάν τηρούνται οι δημοσιονομικοί κανόνες.
Πρόκειται για τη Διαδικασία περί Υπερβολικού Ελλείμματος, η οποία θέτει ως όρια, το δημοσιονομικό έλλειμμα να μην υπερβαίνει το 3% του ΑΕΠ για δύο διαδοχικά έτη και το δημόσιο χρέος να μην υπερβαίνει το 60% του ΑΕΠ.
Οι χώρες που υπερβαίνουν τα όρια, υποχρεούνται να λαμβάνουν μέτρα μείωσής τους.
Έως το 2070 και βλέπουμε…
Η Ελλάδα έχει δανειστεί από τον μηχανισμό στήριξης περί τα 250 δισ. ευρώ και θα παραμείνει υπό εποπτεία, μέχρι να αποπληρώσει το 75% του ποσού ήτοι περίπου 188 δισ. ευρώ.
Με δεδομένο ότι η διάρκεια αποπληρωμής των δανείων του Μηχανισμού Στήριξης έχει επιμηκυνθεί έως το 2070, σημαίνει πως η οριστική έξοδος από την εποπτεία τοποθετείται χρονικά τη δεκαετία του 2050, δηλαδή μετά από 30 χρόνια από τώρα. Πιο συγκεκριμένα, το άρθρο 14 του Κανονισμού 472/2013 προβλέπει τα ακόλουθα:
Άσκηση εποπτείας μετά το πρόγραμμα
- Τα κράτη μέλη παραμένουν υπό εποπτεία μετά το πρόγραμμα εφόσον δεν έχει εξοφληθεί τουλάχιστον το 75 % της χρηματοδοτικής συνδρομής που έχει ληφθεί από ένα ή περισσότερα άλλα κράτη μέλη, τον ΕΜΧΣ, τον ΕΜΣ ή το ΕΤΧΣ.
Το Συμβούλιο, μετά από πρόταση της Επιτροπής, μπορεί να παρατείνει τη διάρκεια της άσκησης εποπτείας μετά το πρόγραμμα σε περίπτωση που εξακολουθεί να υπάρχει κίνδυνος για τη δημοσιονομική βιωσιμότητα του οικείου κράτους μέλους.
Η πρόταση της Επιτροπής θεωρείται ότι έχει εγκριθεί από το Συμβούλιο, εκτός αν το Συμβούλιο αποφασίσει με ειδική πλειοψηφία να την απορρίψει μέσα σε 10 ημέρες από την έγκρισή της από την Επιτροπή.
- Μετά από αίτημα της Επιτροπής, το κράτος μέλος που παραμένει υπό εποπτεία μετά το πρόγραμμα συμμορφώνεται με τις απαιτήσεις του άρθρου 3 παράγραφος 3 του παρόντος κανονισμού και παρέχει τις πληροφορίες που αναφέρονται στο άρθρο 10 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 473/2013.
- Η Επιτροπή πραγματοποιεί, σε συνεννόηση με την ΕΚΤ, τακτικές αποστολές επιθεώρησης στο κράτος μέλος υπό εποπτεία μετά το πρόγραμμα, προκειμένου να εκτιμήσει την οικονομική, δημοσιονομική και χρηματοπιστωτική του κατάσταση.
Κοινοποιεί ανά εξάμηνο την εκτίμησή της στην αρμόδια επιτροπή του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, στην ΟΔΕ, καθώς και στο κοινοβούλιο του οικείου κράτους μέλους, και εκτιμά ειδικότερα αν χρειάζονται διορθωτικά μέτρα.
Η αρμόδια επιτροπή του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου μπορεί να προσφέρει στο οικείο κράτος μέλος και στην Επιτροπή τη δυνατότητα να συμμετάσχει σε ανταλλαγή απόψεων όσον αφορά την πρόοδο που επιτυγχάνεται στο πλαίσιο της εποπτείας μετά το πρόγραμμα.
- Το Συμβούλιο, μετά από πρόταση της Επιτροπής, μπορεί να συστήσει σε κράτος μέλος υπό εποπτεία μετά το πρόγραμμα να λάβει διορθωτικά μέτρα.
Η πρόταση της Επιτροπής θεωρείται ότι έχει εγκριθεί από το Συμβούλιο, εκτός αν το Συμβούλιο αποφασίσει με ειδική πλειοψηφία να την απορρίψει μέσα σε 10 ημέρες από την έγκρισή της από την Επιτροπή.
- Το κοινοβούλιο του οικείου κράτους μέλους μπορεί να καλέσει εκπροσώπους της Επιτροπής να συμμετάσχουν σε ανταλλαγή απόψεων σχετικά με την πρόοδο που έχει επιτευχθεί στο πλαίσιο της εποπτείας μετά το πρόγραμμα.