Χωρίς τις μικρές επιχειρήσεις (έως 50 εργαζόμενους), που αποτελούν την ραχοκοκαλιά της ελληνικής οικονομίας, η Manpower εκτιμά ότι μπορούν να ανέλθουν έως και το +11% οι προοπτικές απασχόλησης για το γ’ τρίμηνο του τρέχοντος έτους. Είναι χαρακτηριστικό ότι οι πολύ μικρές εταιρίες, με έως 4 εργαζόμενους, εκτιμούν ότι κατά την ανωτέρω περίοδο θα γίνουν προσλήψεις μόλις κατά 5%. Ακόμα χειρότερα για τις μικρές επιχειρήσεις με 5-49 εργαζόμενους που υποχωρεί στο 1% μόλις, το συγκεκριμένο ποσοστό των προσλήψεων, στοιχείο ενδεικτικό της πίεσης που ασκείται σε τέτοιου είδους εταιρίες από το ευρύτερο οικονομικό περιβάλλον.
Αντίθετα, η στήριξη για νέες προσλήψεις αναμένεται ότι θα προέλθει κυρίως από τις μεγάλες επιχειρήσεις, ειδικά από εκείνες που έχουν περισσότερους από 5.000 εργαζόμενους. Σε επίπεδο κλάδων, οι Υπηρεσίες Επικοινωνίας εκτιμάται ότι θα προσφέρουν αρκετές προσλήψεις στην αγορά την περίοδο Ιουλίου – Σεπτεμβρίου.
Τα στοιχεία από την έκθεση της Manpower δείχνουν, πως ένας στους τέσσερις εργοδότες, προτίθενται να πραγματοποιήσουν προσλήψεις, κυρίως λόγω περαιτέρω ανάπτυξης της επιχείρησής τους. Όμως, σε παγκόσμιο επίπεδο, το 11% της Ελλάδας την τοποθετεί μόλις στην 36η θέση, πέντε σκαλοπάτια πριν από την ουραγό Αργεντινή και 13 μονάδες κάτω από το 24% που είναι ο συνολικός μέσος όρος.
Πιο αναλυτικά:
*Στο 11% διαμορφώνονται για το γ’ τρίμηνο του 2025, οι συνολικές προοπτικές απασχόλησης. Ακριβέστερα το 28% των εργοδοτών που συμμετείχαν στην έρευνα αναμένουν αύξηση προσλήψεων, το 14% μείωση και το 53% δεν αναφέρουν καμία αλλαγή. Σε σχέση με το προηγούμενο τρίμηνο διαπιστώνεται μείωση κατά 8 μονάδες στις προοπτικές απασχόλησης, αλλά και στασιμότητα συγκριτικά με το γ’ τρίμηνο του 2024.
*Όσο μεγαλύτερη είναι η επιχείρηση, τόσο πιο αυξημένες είναι οι προοπτικές απασχόλησης. Το καλύτερο αποτέλεσμα (+21%) καταγράφουν οι επιχειρήσεις με περισσότερους από 5.000 εργαζόμενους. Το χειρότερο, μόλις 1%, εντοπίζεται στις εταιρίες με 10 – 49 εργαζόμενους.
*Για τους εργοδότες που αναμένουν μείωση του προσωπικού κατά το γ’ τρίμηνο, η οικονομική αβεβαιότητα (29%) παραμένει το κυρίαρχο πρόβλημα.
*Ο κλάδος Υπηρεσιών Επικοινωνίας με 29% αναμένει τις ισχυρότερες προοπτικές απασχόλησης. Μάλιστα, η ανάκαμψη του συγκεκριμένου κλάδου είναι εντυπωσιακή στο γ’ τρίμηνο, αφού στο β’ τρίμηνο το πρόσημο ήταν αρνητικό κατά 38%, ενώ επίσης αρνητικό κατά 13% ήταν και στο αντίστοιχο γ’ τρίμηνο του 2024. Άρα διαπιστώνεται αύξηση 67 ποσοστιαίων μονάδων σε ένα τρίμηνο και 42 μονάδων, σε ετήσια βάση.
* Έπονται οι Μεταφορές και Εφοδιαστική Αλυσίδα (23%), η Ενέργεια και οι Υπηρεσίες Κοινής Ωφέλειας (20%), ενώ ισοβαθμούν η Βιομηχανία και οι Κατασκευές, με τα Χρηματοοικονομικά και το Real Estate (17%).
*Θετικό πρόσημο, αλλά με σαφώς χαμηλότερη δυναμική, αναμένουν οι εργοδότες στους κλάδους των Καταναλωτικών Αγαθών και των Υπηρεσιών (12%), της Πληροφορικής (5%) της Υγείας και των Βιοεπιστημών (3%). Σε παγκόσμιο επίπεδο, όμως, την υψηλότερη ζήτηση για προσλήψεις έχει ο κλάδος της Πληροφορικής (36%, μεγαλύτερη κατά 7 μονάδες σε ετήσια βάση) και έπεται εκείνος των Χρηματοοικονομικών και του Real Estate (28%, υψηλότερη κατά μόλις 1 μονάδα ετησίως).
*Οι εργοδότες που δραστηριοποιούνται μακριά από την Αθήνα, στην υπόλοιπη Ελλάδα με ποσοστό 15% αναμένουν τα υψηλότερα επίπεδα απασχόλησης. Η ευρύτερη περιφέρεια της Αττικής βρίσκεται στο 13% και στο 10% η Βόρειος Ελλάδα.
*Το 11% της Ελλάδας, την κατατάσσει μόλις στην 36η θέση, επί συνόλου 42 χωρών, που συμμετείχαν στην έρευνα. Είναι χαρακτηριστικό ότι η χώρα υπολείπεται 13 ποσοστιαίες μονάδες, από το 24% που είναι ο Παγκόσμιος Μέσος Όρος. Η Ελλάδα, ισοβαθμεί με το ίδιο ποσοστό (11%), με την Πολωνία και την Ισπανία. Μόνο το Χονγκ Κονγκ (8%), η Ρουμανία (6%), η Ουγγαρία (5%) και η Αργεντινή (3%), έχουν χειρότερο ποσοστό.
*Η πρώτη θέση ανήκει στα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα με 48% και ακολουθεί με 42% η Ινδία και με 41% η Κόστα Ρίκα. Έπονται η Βραζιλία με 33% και στην πέμπτη θέση ισοβαθμούν με 30%, η Ολλανδία και η ΗΠΑ.
*Πιο θετικό αποτέλεσμα από την Ελλάδα, καταγράφουν χώρες της Ευρώπης, όπως είναι η Ιρλανδία (29%), η Νορβηγία (26%), η Σουηδία και η Ελβετία (24%), το Βέλγιο και η Γερμανία (20%), το Ηνωμένο Βασίλειο (19%), η Φινλανδία και η Τουρκία (18%), η Γαλλία και το Ισραήλ (17%), η Ιταλία, η Πορτογαλία και η Σλοβακία (16%), η Αυστρία (15%) και η Τσεχία (13%).