Δίχως αποτέλεσμα και με πλήρη διαφωνία, ολοκληρώθηκε η χθεσινή, πρώτη συνάντηση για το νέο υπολογισμό του κατώτατου μισθού στον ιδιωτικό τομέα, ανάμεσα στην πολιτική ηγεσία του υπουργείου Εργασίας και στη διοίκηση της ΓΣΕΕ.
Το πόρισμα της Επιτροπής Εμπειρογνωμόνων, που παραδόθηκε στην αρμόδια υπουργό Εργασίας, Νίκη Κεραμέως, και περιγράφει την καινούργια διαδικασία, που από το 2028 και μετά θα ενεργοποιεί την χρήση ενός μαθηματικού τύπου, παρουσιάστηκε κατά την συνάντηση. Η πλευρά της Συνομοσπονδίας όμως αντέδρασε, καθώς διαπίστωσε ότι σε βασικά αιτήματά της, όπως είναι η επαναφορά των συλλογικών διαπραγματεύσεων για στις συμβάσεις εργασίας, καθώς και το σκέλος της μετενέργειας αυτών των συμβάσεων, δεν υπήρχε απάντηση. Κυρίως όμως, η διαφωνία επικεντρώθηκε στο πεδίο του ίδιου του καθορισμού των κατώτατων αποδοχών. Πάγιο αίτημα της ΓΣΕΕ, αλλά και μέρους των εκπροσώπων των εργοδοτών (ΕΣΕΕ, ΓΣΕΒΕΕ), είναι να επανέλθει η διαδικασία που ίσχυε μέχρι το 2012 και προέβλεπε ότι οι δύο πλευρές (εργοδότες και εργαζόμενοι), διαπραγματεύονται και συμφωνούν στο εκάστοτε ύψος των βασικών αποδοχών. Μια διαδικασία που τότε, ενσωματωνόταν στην Εθνική Γενική Συλλογική Σύμβαση Εργασίας (ΕΓΣΣΕ) και ασφαλώς, έδινε άλλη ισχύ στα Συνδικάτα.
Εδώ και 12 χρόνια όμως, η ΕΓΣΣΕ, ρυθμίζει μόνο δευτερεύουσες εργασιακές εκκρεμότητες (πχ επίδομα γάμου, επίδομα μητρότητας), αλλά όχι τον ίδιο τον κατώτατο μισθό, που ο προσδιορισμός, αποτελεί πια αρμοδιότητα του εκάστοτε υπουργού Εργασίας. Αυτή είναι η βασική διεκδίκηση των συνδικάτων και επ’ αυτής δεν υπήρχε κάποια αναφορά, στο συγκεκριμένο πόρισμα.
Η εν λόγω συνάντηση, χαρακτηρίστηκε από την πλευρά της υπουργού Εργασίας, ως προ – διαβούλευση. Θα ακολουθήσουν και άλλες ανάλογες συναντήσεις με εκπροσώπους των εργοδοτών (ΕΣΕΕ, ΓΣΕΒΕΕ, ΣΕΒ, ΣΒΕ, ΣΕΤΕ), μέχρι το τέλος της εβδομάδας, εκτός απροόπτου. Εν συνεχεία, ίσως χρειαστεί να γίνει ένας δεύτερος κύκλος επαφών, πριν καταλήξει η πολιτική ηγεσία του Υπουργείου, στο τελικό κείμενο, που θα ενταχθεί ως προσθήκη στην Κοινοτική Οδηγία για τον κατώτατο μισθό, που πρέπει να υπερψηφιστεί από το Κοινοβούλιο το αμέσως επόμενο χρονικό διάστημα.
Η πλευρά του Υπουργείου παρουσίασε τις βασικές παραμέτρους του πορίσματος, εστιάζοντας στο μαθηματικό τύπο που προτείνεται να εφαρμοστεί από το 2028 και μετά. Θα υπάρχουν δύο βασικές παραδοχές (πληθωρισμός και παραγωγικότητας της εργασίας στην οικονομία) που θα αποτελούν τις παραμέτρους, βάσει των οποίων ο μαθηματικός τύπος θα παράγει ένα αποτέλεσμα. Έτσι, εκτιμάται ότι θα προκύπτει ένας νέος κατώτατος μισθός, που θα ανταποκρίνεται περισσότερο, στις πραγματικές ανάγκες της Οικονομίας και δεν θα περιορίζει την ανταγωνιστικότητα των επιχειρήσεων.
Η Συνομοσπονδία όμως, εξέφρασε τη διαφωνία της και σε επιμέρους παραμέτρους του πορίσματος. Ενδεικτικό είναι ότι δεν συμφωνεί με το «πάγωμα» που θα προβλέπεται στις κατώτατες αποδοχές, εάν η οικονομική συγκυρία δεν είναι ευνοϊκή (πχ περίοδοι ύφεσης).
Επίσης, η ΓΣΕΕ, δια του προέδρου της, Γιάννη Παναγόπουλου, δήλωσε ότι σε αυτή την πρώτη συνάντηση έγινε συζήτηση για το πόρισμα, «που παρέδωσε η Επιτροπή για τους Επαρκείς κατώτατους μισθούς και για το πως θα καλύπτεται από συλλογικές συμβάσεις το 80% των εργαζομένων. Δυστυχώς, αυτό που μάθαμε και αυτό που εμπεδώσαμε είναι τελικά ότι η κυβερνητική απόφαση είναι να μην επανέλθει το σύστημα των ελεύθερων συλλογικών διαπραγματεύσεων για τον κατώτατο μισθό. Εμείς επιμένουμε ότι δεν υπάρχει πιο δίκαιο και δημοκρατικό σύστημα από αυτό. Σε κάθε περίπτωση όμως και με την Γενική απεργία στις 20 Νοεμβρίου θα νοηματοδοτήσουμε την προσπάθειά μας να έχουμε πραγματικές αυξήσεις, να έχουμε συλλογικές συμβάσεις εργασίας για όλους γιατί είναι η μόνη απάντηση για να καλυφθούν οι εργαζόμενοι, οι μισθωτοί, οι άνθρωποι του μόχθου, από την ακρίβεια, στα αγαθά στη στέγαση που πλήττουν όλα τα νοικοκυριά».
Πηγές τις ΓΣΕΕ, άφηναν ανοιχτό το ενδεχόμενο να ζητηθεί ακρόαση από τον ίδιο τον Πρωθυπουργό, Κυριάκο Μητσοτάκη, για να συζητηθεί το συγκεκριμένο θέμα της επαναφοράς των διαπραγματεύσεων για τον κατώτατο μισθό, στα Συνδικάτα.